Μικρός αριθμός δειγμάτων λεσσεψιανού είδους με σχήμα κοντόχονδρο, πρωτοκόγχη τύπου C (με άξονα περιέλιξης κεκλιμμένο ως προς του οστράκου), λεία και διακριτή από την τελεοκόγχη, κυρτούς ελιγμούς και τονισμένες ραφές. Διαθέτει ανάγλυφο από περίπου 18 ισχυρές αξονικές ραβδώσεις (προβάλλουσες κυρίως πλησίον των ραφών), ίσιες στους 2 τελευταίους ελιγμούς και ελαφρώς κυματιστές στους λοιπούς, που εκτείνονται μέχρι το άκρο της βάσης, τα μεσοδιαστήματα των οποίων είναι σχεδόν ίσου πλάτους και φέρουν περίπου 15 πυκνές, λεπτές αλλά ευκρινείς σπειροειδείς γραμμώσεις. Ο τελικός ελιγμός είναι πολύ μεγάλος ( > 1 / 2 του ύψους ), το άνοιγμα οβάλ με κεκλιμμένο χείλος, ενώ η άτρακτος τοξωτή με εμφανή & αρκετά έντονη αναδίπλωση. Το όστρακο είναι στερεό, υαλώδες λευκό, με χαρακτηριστικό "οδοντωτό" προφίλ λόγω της εν είδει στέμματος απόληξης των αξονικών ραβδώσεων στην άνωθεν ραφή (όπως δηλώνει και η παλαιά ονομασία "dentata"). Παρά την δυσκολία εξεύρεσης κατάλληλων υποδοχέων που θα "φιλοξενήσουν" εκτοπαράσιτα (όπως το παρόν είδος), καθώς αυτά μεταναστεύουν σε νέους, δύσκολους & άγνωστους βιοτόπους, εν τούτοις η οικογένεια των Pyramidellidae έρχεται πρώτη μεταξύ των επιτυχημένων, κατά το πλείστον λεσσεψιανών, εισβολέων στη Μεσόγειο. Το συγκεκριμμένο είδος - προέλευσης Ερυθράς θάλασσας, όπου περιγράφηκε αρχικά ως κοινό είδος στα ρηχά νερά της Ερυθραίας - είναι το πρώτο από την οικογένεια που καταγράφηκε εισερχόμενο στην ανατολική πλευρά της Μεσογείου (Ισραήλ, 1935). Η ομοιότητα και η εναλλαγή χρήσης των ονομάτων με το συγγενές, αλλά πιό μεγαλόσωμο, Pyrgulina pupaeformis από διάφορους μελετητές έχουν δημιουργήσει σύγχυση και δυσκολία διάκρισης των 2 ειδών. Πάντως χαρακτηριστική ειδοποιός διαφορά των ώριμων ατόμων Pyrgulina maiae, τα οποία ιδιαιτέρως συγχέονται με δείγματα ενδιάμεσης ανάπτυξης του παρόμοιου συγγενούς, αποτελεί η "οδοντωτή" εικόνα των ραφών τους, που προκύπτει λόγω του αξονικού αναγλύφου.
Pyramidellidae